Οι εξαιρετικοί έλληνες φωτογράφοι της δεκαετίας του ’40, άνδρες και γυναίκες, μας χάρισαν μέσα από τις φωτογραφίες τους πολύτιμα κειμήλια, για τα γεγονότα που συνέβησαν πριν την εμπλοκή της χώρας στον πόλεμο, για τις μάχες στο μέτωπο, για τις συνθήκες κατά την διάρκεια της. γερμανικής κατοχής και φυσικά για την απελευθέρωσή μας.
Έχοντας τη γνώση του κακού που προκαλεί έναν πόλεμο, μέσα από φωτογραφίες των ίδιων ανθρώπων, μεταπολεμικές αυτή τη φορά, αναλογιστήκαμε το πόσο πολύτιμο είναι η ειρήνη και το πόσο πρέπει όλοι να την υπερασπιζόμαστε σε κάθε ευκαιρία.
Κοιμήθηκα δύο το πρωί, διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Στις τρεις και μισή μια φωνή μέσα από το τηλέφωνο με ξύπνησε: «Έχουμε πόλεμο». Τίποτε άλλο, ο κόσμος είχε αλλάξει. Η αυγή, που λίγο αργότερα είδα να χαράζει πίσω από τον Υμηττό, ήταν άλλη αυγή: άγνωστη. Περιμένει ακόμη εκεί που την άφησα. Δεν ξέρω πόσο θα περιμένει, αλλά ξέρω πως θα φέρει το μεγάλο μεσημέρι.
Γύρισα στο Υπουργείο καθώς σφύριζαν οι σειρήνες…»
Γιώργος Σεφέρης
«Φεύγουμε για το Μέτωπο. Κυριακή απόγευμα ώρα 4.40΄. Όλη η κακομοίρα η Ρωμιοσύνη μας χαιρέτησε στο πέρασμά μας. Νέοι, γέροι, γυναίκες, παιδιά. Μας στέλνουν φιλιά. Κάνανε το σταυρό τους κι ύστερα σηκώνανε στον ουρανό τα χέρια. Λυπάμαι τους συναδέλφους μου που δεν γνώρισαν τέτοιες στιγμές. Τα δάκρυα σούρχονται στα μάτια. Οι συνάδελφοι πρόσφεραν καραμέλες, τσιγάρα.»
Άγγελος Τερζάκης
Στο «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», γραμμένο το 1941 από τον Οδυσσέα Ελύτη, ο επιτάφιος θρήνος για τον ανώνυμο μαχητή μέσα στον δυσοίωνο χειμώνα μετατρέπεται σε ύμνο για τα νιάτα, τον έρωτα και την επικράτηση της ζωής από τον νομπελίστα ποιητή μας που είχε βρεθεί ο ίδιος να πολεμάει στην πρώτη γραμμή του πυρός και παραλίγο να πεθάνει από τύφο.
Επιχειρώντας να δώσει κουράγιο στους θλιμμένους Αθηναίους, ο εκφωνητής του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών, Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος, μετέδιδε με τη χαρακτηριστική ένρινη φωνή του τις τελευταίες ελεύθερες φράσεις που μπορούσαν να ακουσθούν…
Έλληνες ψηλά τις καρδιές!…
Ο σημαντικός Έλληνας φωτογράφος Δημήτρης Χαρισιάδης άφησε τριακόσια αρνητικά από το μέτωπο και την κατοχή, δίχως ούτε μία εικόνα νεκρού ή τραυματία. Αυτός ήταν ο αναίμακτος πόλεμος του Δημήτρη Χαρισιάδη
Η Βούλα Παπαϊωάννου, η σπουδαία αυτή Ελληνίδα φωτογράφος που κατέγραψε τη φρίκη της κατοχής,
έκανε αντίσταση με την κάμερα, αποτυπώνοντας τα ίχνη που αφήνει ο πόλεμος στο τοπίο και στους ανθρώπους.
Με συνείδηση της ιστορικής σημασίας των γεγονότων και της δύναμης του φακού, ζήτησε να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην αγωνιζόμενη Ελλάδα ως πολεμική ανταποκρίτρια, χωρίς αυτό να γίνει αποδεκτό, λόγω του φύλου της. Έτσι, το αλβανικό έπος καταγράφηκε από τους άντρες συναδέλφους της, και από τη Μαρία Χρουσάκη, η οποία βρέθηκε στο μέτωπο ως αδελφή νοσοκόμα του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (ΕΕΣ).
Οι φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου με τα σκελετωμένα σώματα που στάλθηκαν στην Ευρώπη για να δείξουν σε όλη της τη φρίκη την πείνα που επικρατούσε το χειμώνα του ’42, ήταν η δική της μοναδική πράξη συμπαράστασης στον αγωνιζόμενο λαό.
Ο Στέλιος Κασιμάτης πήρε μέρος σε μάχες-σαμποτάζ ενάντια στους κατακτητές. Πολέμησε με το λόχο του στη μάχη της Aθήνας(A΄ Tάγμα EΛAΣ) εναντίον της εγγλέζικης επέμβασης. Συνελήφθη με προδοσία στη Bούλα το 1946 ακολουθώντας την τραγική μοίρα χιλιάδων παρτιζάνων. Στην μετέπειτα πορεία γράφεται ουσιαστικά η μαρτυρική φωτογραφική του διαδρομή.
Ο Σπύρος Μελετζής υπήρξε από τους πρωτοπόρους της ελληνικής φωτογραφίας. Από νεαρή ηλικία ασχολήθηκε επαγγελματικά με την «καλλιτεχνική» φωτογραφία. Ήταν ο μόνος που φωτογράφισε σε τόση έκταση την Εθνική Αντίσταση, ώστε άξια του απονεμήθηκε ο τίτλος του «Φωτογράφου της Αντίστασης»..Με το ξεκίνημα της αντίστασης στην κατοχή ανεβαίνει στο βουνό, όπου φωτογραφίζει τον εθνικοαπελευθερωτικό μας αγώνα και τους
πρωταγωνιστές του.Αυτό το κομμάτι της δουλειάς του είναι αξεπέραστο και η δυναμική του θέματος και η ματιά του.
Για το έργο του την ταραγμένη εκείνη περίοδο σημειώνει:
«Εγώ ήμουν ένας καλλιτέχνης φωτογράφος, που τότε δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι θα “έγραφα” με τον φακό μου ιστορία και μια μέρα οι φωτογραφίες μου αυτές θα ήταν τα πιο αδιάψευστα, τα πιο αληθινά ντοκουμέντα που θα φανέρωναν όλη αυτήν την δράση και τη δημιουργική πνοή που πραγματοποιούνταν σε όλους τους τομείς και σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής στην Ελεύθερη Ελλάδα. Φωτογράφιζα πρόσωπα που να είναι λεβέντες. Με τον ερχομό μου στην Αθήνα (Οκτώβριος 1944) έκλεινε η πιο ένδοξη και γεμάτη περιπέτειες σελίδα από τη ζωή μου και τη φωτογραφική μου δραστηριότητα».
Ο Κώστας Μπαλάφας (1920 2011) ήταν σημαντικός Ελληνας φωτογράφος, γνωστός για την καταγραφή του τρόπου ζωής της ελληνικής υπαίθρου, το αλβανικό μέτωπο, την Κατοχή και τον αγώνα του ΕΛΑΣ στην Ήπειρο.
Ήταν ο φωτογράφος του κοινωνικού προβληματισμού. Ο άνθρωπος που αγάπησε την Ελλάδα και την υπηρέτησε με καλλιτεχνική συνέπεια χωρίς συμβιβασμούς και σκοπιμότητες.
Εξιστορεί ο ίδιος…ο Κώστας Μπαλάφας
“ Όταν κατάλαβα ότι αυτό το μηχάνημα που κρατούσα στα χέρια μου μπορεί να αποτυπώσει σε εικόνα πάνω σε χαρτί ότι έχω ζωντανό μπροστά μου, μαγεύτηκα…
και είπα «ένα τέτοιο εργαλείο θα’ θελα για να αποτυπώσω τα βιώματά μου και να καταχωρίσω τους ανθρώπους που έζησα και μόχθησα μαζί τους, που έζησα χαρές και λύπες. Και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου κάποτε, ώστε με ένα ρολόι και λίγες οικονομίες να αποκτήσω μια μηχανούλα. Και μ’ ένα φιλμ που έπεσε κυριολεκτικά από τον ουρανό, μέσα σ’ ένα βομβαρδιστικό ιταλικό που το ‘ριξαν τα αντιαεροπορικά μέσ’ τα Γιάννενα, κατάφερα να συνεχίσω• έκοβα κομματάκια, γέμιζα τις μπομπίνες κι έτσι φωτογράφισα τον Αγώνα.